Τετάρτη 22 Ιουνίου 2011

Τα βιβλία μου


ΤΟ ΚΟΡΙΤΣΙ ΤΟΥ ΚΑΣΤΡΟΥ
Ήταν γραφτό της Λίζας να ζήσει μια πολυτάραχη ζωή.

Από το πλουσιόσπιτο όπου γεννιέται στην Κωνσταντινούπολη, ως πλούσια μοσχαναθρεμμένη κόρη, βρίσκεται στην εφηβεία της στην Αθήνα, σε οίκο ανοχής, κι από εκεί, από μια ξαφνική αλλαγή της τύχης, υιοθετημένη κόρη της διασημότερης ηθοποιού της Αθήνας, της Αγλαΐας Περελή. Οι πόρτες του παλατιού θα ανοίξουν γι’ αυτήν και θα την ερωτευτεί ο βασιλιάς Όθωνας.

Δύο άντρες βρίσκονται στο δρόμο της: ο παντρεμένος βασιλιάς Όθωνας και το παλικάρι Νίκος Σκουζές. Ποιον από τους δύο θα διαλέξει;

Ένας κρυφός γάμος και μια πλεκτάνη που αποκαλύπτεται.

Ένα βιβλίο για μια κοπέλα που η τύχη της την έσερνε πάντα μπροστά…

Ζωή και αλήθεια. Αλήθεια και ζωή. Η αλήθεια της αγάπης.

Η αλήθεια της ζωής. Ένα βιβλίο γεμάτο ολόζεστη ζωή.


Ο ΤΡΕΛΟΣ ΔΡΟΜΟΣ ΤΟΥ ΕΡΩΤΑ
Τα όμοια έλκονται, τα αισθήματα έχουν το καθένα τη δική του συχνότητα κι όταν στέλνεις αγάπη επιστρέφει στην πηγή της, δηλαδή εσένα

Από τη συγγραφέα των best sellers Μαμάδες Βορείων Προαστίων Μύκονος Μπλουζ Κάψτε τα νυφικά

Όπως τα παλιά πλοία στο καρνάγιο αναπολώντας τα ταξίδια της ζωής που χάθηκαν, έτσι και η Δανάη, η μυστηριώδης ηρωίδα των Μαμάδων Βορείων Προαστίων επιστρέφει στην Αθήνα αποφασισμένη να ζήσει μια απλή ζωή, αφοσιωμένη στα παιδιά της.
Όμως η μοίρα έχει διαφορετικά σχέδια γι’ αυτήν. Ένας έρωτας-κλέφτης τής χτυπάει την πόρτα, ένας έρωτας που θα σαρώσει τη ζωή της και θα τα συμπαρασύρει όλα στον τρελό δρόμο του. Ένας έρωτας σαν το φεγγάρι.

Μια μαγευτική ιστορία αγάπης που θα αιχμαλωτίσει την καρδιά κάθε αναγνώστη

Ας γυρίσουµε στο σήµερα, σε µια πολύ διαφορετική Δανάη, που έχτισε έναν καινούριο εαυτό από τις στάχτες της παλιάς της ζωής, σε µια Δανάη που αναποδογύρισε την αιώνια κλεψύδρα της ύπαρξης. Είναι πια άλλος χαρακτήρας, µε ένα µόνο ελάττωµα, που κανένα γεγονός της ζωής της, όσο ακραίο και τραγικό και να ήταν, δεν µπόρεσε να της το αφαιρέσει: την πίστη της στην καλοσύνη των ανθρώπων και στον έρωτα.

ΚΑΨΤΕ ΤΑ ΝΥΦΙΚΑ
Όλοι εμείς που αγαπήσαμε και νομίζαμε ότι αγαπηθήκαμε στη ζωή μας αναγκαστήκαμε να πάρουμε τρελούς δρόμους. Η ιστορία που γράφω είναι η δική μου ιστορία, ο τρελός δρόμος που πήρα κάποτε εγώ. Είναι, όμως, ταυτόχρονα και η ιστορία όλων μας, γιατί όλοι κάποτε αγαπήσαμε και όλοι κάποτε ζήσαμε με την ψευδαίσθηση ότι κάποιος μας ανταπέδωσε αυτή την αγάπη.
«Ο αέρας φυσάει γλυκά, όταν ένας άνθρωπος πεθαίνει για την αγάπη του», έτσι λέει ένα ιταλικό τραγούδι, και ο αέρας φυσούσε γλυκά εκείνη τη μέρα όταν, φορώντας μόνο το τζιν μου και μ’ ένα άθλιο σακ βουαγιάζ, αποφάσισα να ακολουθήσω τον άνθρωπο που αγαπούσα όσο τίποτ’ άλλο στον κόσμο σ’ έναν τρελό δρόμο.
Ο αέρας φυσούσε γλυκά, αυτό είναι το μόνο που έχω συγκρατήσει από εκείνη τη διαβολεμένη μέρα. Εσάς; Πώς φυσούσε ο δικός σας αέρας; Πώς φυσούσε ο δικός σας αέρας όταν προσπαθούσατε να σώσετε την αγάπη σας, με κάθε κόστος, με κάθε τίμημα;

Μια ιστορία για όλους εμάς που ζητήσαμε ένα φιλί και θέλαμε άλλα εκατό. Μια ιστορία για μας που θελήσαμε να πάμε την αγάπη σ’ ένα πιο ασφαλές μέρος.
Τέλος, ένα βιβλίο για όλους εμάς που αρνούμαστε να βυθιστούμε στη σιωπή και εξακολουθούμε να κλίνουμε το σπάνιο πια ρήμα μιλώ – μιλάς – μιλά – μιλάμε – μιλάτε – μιλούν.

«Θα προτιμούσα η ζωή μου να έχει πάντα τη γεύση της σαμπάνιας, του φρέσκου χιονιού, της καλοκαιρινής αλμύρας και του πρώτου φιλιού. Αλλά δεν μπορώ.
»Δεν μπορώ γιατί έχουν αρχίσει να μου συμβαίνουν παράξενα πράγματα, πράγματα που με οδηγούν εκτός τροχιάς, γιατί θέλω να δέσω το τέλος με την αρχή, για να μην πεθάνω ποτέ, όπως λέει ο Αλκμαίονας: “Οι άνθρωποι πεθαίνουν γιατί δεν μπορούν να συνδέσουν το τέλος με την αρχή”».

ΜΥΚΟΝΟΣ ΜΠΛΟΥΖ
Η ιστορία που θα σας διηγηθώ είναι πέρα για πέρα αληθινή, κάθε λέξη της. Εκείνο το καλοκαίρι συνέβησαν ένα σωρό φρικτά πράγματα απ’ αυτά που διαβάζουμε στις εφημερίδες και κάνουμε το σταυρό μας και φτύνουμε στον κόρφο μας και λέμε «Δόξα τω Θεώ, είμαι μια χαρά», ένα σωρό φρικτά πράγματα που βαθιά μέσα μας πιστεύουμε ότι θα συμβαίνουν πάντοτε στους άλλους και ποτέ σ’ εμάς.
Και αν κάποτε όλα αυτά συμβούν σ’ εμάς; Γιατί συνέβησαν σ’ εμάς, στη Μύκονο, εκείνο το καλοκαίρι. Σ’ εμένα, μια συνηθισμένη μαμά δύο αγαπημένων αλλά αντιπαθητικών παιδιών, παλιά υπάλληλο βιβλιοπωλείου και τώρα «ένδοξη ιδιοκτήτρια» βίλας στον Ορνό, στον Mπρετ, το θεϊκό τεκνό της Μυκόνου για εκείνο το καλοκαίρι, τον ένδοξο επιβήτορα, και στην Αντιγόνη, υψηλή ιέρεια της Εκάλης, μητέρα τριών υπερκινητικών παιδιών και ένδοξη κληρονόμο πολλών τονάζ.
Όλα κατέρρευσαν σ’ ένα διάστημα είκοσι ημερών. Κανείς δεν ανησύχησε ποτέ για μας. Κανείς δεν ανησύχησε όταν εγώ τα έφτιαξα με τον Mπρετ. Κανείς δεν ανησύχησε όταν ο Mπρετ πηδώντας προκάλεσε ρήξη του κόλπου στην τέως βιζιτού, νυν πρώτη κυρία enfant gate οικογένειας της Ελλάδας. Κανείς δεν ανησύχησε όταν κλειστήκαμε με την Aντιγόνη και τον Mπρετ για ένα μήνα σε μια βίλα στη Ριβιέρα, όπου σε μια παραζάλη κόκας και έρωτα όλα μπορούν να συμβούν. Κανείς δεν ανησυχούσε ποτέ για μας, κι αυτό είναι το τρομακτικότερο απ’ όλα. Κανείς δεν ανησυχεί γι’ αυτό το χέρι που παραμονεύει πάντα κάτω απ’ το κρεβάτι μας, να μας τραβήξει και να μας παρασύρει στην άβυσσο. Κανείς δεν ανησυχεί για ανθρώπους που περνούν καλά. Και εμείς περνούσαμε καλά, ήμασταν στη Μύκονο, έτσι δεν είναι;
Το βιβλίο αυτό αφορά εσάς που έχετε το θάρρος να πείτε ότι δεν περνάτε καλά. Όσο για τους άλλους, αυτούς τους αντιπαθητικούς που προσπαθούν να μας θαμπώνουν συνέχεια με τις δήθεν τέλειες ζωές τους, τους τέλειους γάμους τους, που είναι σκατά, τα τέλεια παιδιά τους, που είναι κωλόπαιδα, και τα δήθεν λεφτά που έχουν, και στην πραγματικότητα δεν έχουν, αυτοί ας το αφήσουν αμέσως κάτω και frankly: GO TO HELL!

«Όταν μπήκα στο High Speed για να πάω στη Μύκονο εκείνο το καλοκαίρι ήμουν μια βολεμένη μαμά, έσερνα μαζί μου δύο σκυλιά, ένα ιγκουάνα, ένα εννιάχρονο, μία δεκατριάχρονη και μία δύσμοιρη Φιλιππινέζα, την Εσμεράλντα, που η υποτακτικότητά της μου προκαλούσε νευρικούς σπασμούς – έσερνα μαζί μου το βάρος μιας ζωής που δεν ήταν καλύτερη ή χειρότερη από τις υπόλοιπες. (...)
»Στο τέλος του καλοκαιριού ήμουν μια αγαπημένη προδότρια, μια παρείσακτη, είχα ξεφορτωθεί τα σκυλιά, είχα δολοφονήσει το ιγκουάνα, είχα απολύσει τη Φιλιππινέζα· όσο για τον εννιάχρονο και τη δεκατριάχρονη, ήταν ήδη φορτωμένα σε πτήση για εσωτερικό σχολείο στην Ελβετία».